 |
 |
Δευτέρα, 26 Σεπτεμβρίου 2016
Λένα Ιωαννίδου
Chief Editor
|
|
|
|
|
Δεν είναι σημείο των καιρών. Εδώ και χιλιάδες χρόνια, η επιθυμία είναι πάντα ίδια. Θέλουμε να αλλάξουμε χρώμα στα μαλλιά μας για να «διορθώσουμε» τη φύση, γιατί το επιτάσσει η μόδα, για να καμουφλάρουμε τα σημάδια του χρόνου που περνά. Αυτό που άλλαξε-ευτυχώς- είναι η βαφή και τα συστατικά της…
Ο Αμερικανός ανθρωπολόγος Harry L. Shapiro έγραψε κάποτε: “Είναι τόσο πανανθρώπινη αυτή η παρόρμησή μας να διορθώσουμε ή να βελτιώσουμε τη φύση, που εύκολα μπαίνει κάποιος στον πειρασμό να τη χαρακτηρίσει ένστικτο»…
Η επιθυμία για αλλαγή στο χρώμα των μαλλιών μας είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα που επιβεβαιώνει διαχρονικά την παραπάνω σκέψη. Για 3500 χρόνια, μέχρι να φτάσουμε στην επανάσταση της επιστήμης και της τεχνολογίας και στη γέννηση της σύγχρονης βιομηχανίας καλλυντικών, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, άνδρες και γυναίκες , δοκίμασαν κάθε είδους «συνταγή» , ακόμα και την πιο ανορθόδοξη, διακινδυνεύοντας συχνά την ίδια τη ζωή τους, απλά για να… ξανοίξουν ή να σκουρύνουν τα μαλλιά τους, ακολουθώντας τις μόδες της εποχής, τις κοινωνικές επιταγές ή για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους. Ας πιάσουμε όμως το νήμα από την αρχή.
1500 π. Χ. Στην αρχαία Αίγυπτο, έβαφαν τα μαλλιά τους, όχι όμως πάντα με τον τρόπο που φανταζόμαστε. Εκτός από τα φυσικά μαλλιά που βρέθηκαν σε μούμιες ηλικιωμένων γυναικών και ήταν βαμμένα με χέννα-προφανώς για να καλύπτει τα γκρίζα- , είναι γνωστό ότι οι Αιγύπτιοι ξύριζαν το κεφάλι τους και με τα μαλλιά τους έφτιαχναν περίτεχνες περούκες τις οποίες έπλεκαν κοτσίδες, τις έβαφαν με μαύρη χέννα και τις φορούσαν εν είδει καπέλου για να προστατευτούν από τον ήλιο! Η μόδα του μαύρου κράτησε πολύ, σχεδόν 3 αιώνες, μέχρι να ανακαλυφθούν, τον 12ο αιώνα, οι χρωστικές από το σαφράν, το ίντιγκο , ή το αλφάλφα (τριφύλλι) που επέτρεψαν σε γυναίκες και άνδρες να βάφουν τις περούκες τους κόκκινες, μπλε ή πράσινες!
600 π. Χ. Μπορεί οι Αιγύπτιοι να αρκούνταν στις προσωρινές φυτικές βαφές, οι αρχαίοι Έλληνες όμως ανακάλυψαν πρώτοι τη μόνιμη βαφή! Από τη χημική ανάλυση τριχών που βρέθηκαν σε τάφους, αποδεικνύεται ότι αναμείγνυαν οξείδιο του μολύβδου και υδροξείδιο του ασβεστίου (σβησμένο ασβέστη), δύο ουσίες που όταν έρθουν σε επαφή με την κερατίνη της τρίχας της δίνουν σταθερό μαύρο χρώμα. Το αρνητικό με τη δραστική αυτή βαφή ήταν η τοξικότητα του μολύβδου που οδηγούσε αρκετά συχνά σε θάνατο από δηλητηρίαση. Στην κλασική Αθήνα πάντως , η τάξη των ευγενών προτιμούσε το ξανθό και όσες δεν το είχαν εκ φύσεως, το αποκτούσαν αναμειγνύοντας αλισίβα (σταχτόνερο) με ξύδι , ένα αλκαλικό μείγμα, δραστικό μεν αλλά εξίσου καταστροφικό για το δέρμα και τα μαλλιά, ιδίως αν έμενε λίγο παραπάνω…
100 μ. Χ. Στα πρώτα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι γυναίκες των πατρικίων έβαφαν τα μαλλιά τους σκούρα κόκκινα-με φυτικές κυρίως βαφές-, οι γυναίκες της μεσαίας τάξης καστανόξανθα και οι πληβείες μαύρα. Αντίθετα, οι ιερόδουλες της Ρώμης ήταν υποχρεωμένες από το νόμο να έχουν έντονα κίτρινα μαλλιά- αναγνωριστικό της επαγγελματικής τους ιδιότητας. Οι περισσότερες φορούσαν περούκες, πολλές όμως έβαφαν τα μαλλιά τους με μια «συνταγή» παρόμοια με αυτή των Αθηναίων γυναικών-διάλυμα με στάχτη από καμένα φυτά ή ξηρούς καρπούς. Οι Γαλάτες πάλι των χρόνων του Ιουλίου Καίσαρα, έβαφαν τα μαλλιά τους κόκκινα με ένα μείγμα στάχτης από ξύλο οξιάς και κατσικίσιο λίπος. Όσο για το πρόβλημα της τοξικότητας του μολύβδου στη μαύρη βαφή, οι Ρωμαίοι πληβείοι το έλυσαν δοκιμάζοντας μια νέα, εξωφρενική φόρμουλα: ετοίμαζαν ένα μείγμα από ξύδι και… βδέλλες, το άφηναν για 2 μήνες σε ένα δοχείο από μολυβδοκρύσταλλο να υποστεί ζύμωση και στη συνέχεια, άπλωναν τη …βαφή στα μαλλιά και έμεναν για ώρες στον ήλιο μέχρι να «ψηθεί» το χρώμα!
500-1500 μ. Χ. Είναι γνωστό ότι το ξανθό ήταν το δημοφιλέστερο χρώμα μαλλιών και στο Μεσαίωνα. Όσες γυναίκες δεν είχαν την τύχη να είναι φυσικές ξανθές ή πυρόξανθες, ξάνοιγαν τα μαλλιά τους με μια εξίσου εξωφρενική συνταγή: ανακάτευαν μέλι με λευκό κρασί, πρόσθεταν διάφορα βότανα (ρίζες από χελιδόνιο, σαφράν και ριζάρι), λάδι από σπόρους κύμινου, και πριονίδια (!) , άπλωναν το μείγμα στα μαλλιά και το ξέπλεναν έπειτα από 24 ώρες! Αντίθετα το κόκκινο στα μαλλιά ήταν ένα χρώμα δαιμονικό. Ήταν το χρώμα των μαγισσών.
1500. Η εποχή της Αναγέννησης έφερε μαζί της πολλές και σπουδές ανακαλύψεις, η… τεχνολογία όμως στις βαφές των μαλλιών δεν άλλαξε και πολύ. Το περίφημο Venetian blonde, το χαρακτηριστικό Βενετσιάνικο ξανθό χρώμα, ήταν συνδυασμός ήλιου και μιας ακόμα «σπιτικής» συνταγής. Οι γυναίκες της Γαληνοτάτης περνούσαν ώρες κάνοντας… ηλιοθεραπεία, σε ειδικά διαμορφωμένες βεράντες, φορώντας ένα πλατύγυρο καπέλο μόνο με γείσο, από το άνοιγμα του οποίου, στην κορυφή του κεφαλιού, έβγαζαν και άπλωναν τα μακριά μαλλιά τους αφού προηγουμένως τα είχαν αλείψει με σκόνη στυπτηρίας, μέλι και μαύρο θειάφι για να ξανοίξουν ευκολότερα στον ήλιο. Το κόκκινο χρώμα των μαλλιών συνέχισε να θεωρείται γενετική ανωμαλία- στην καλύτερη περίπτωση- ή ενοχοποιητικό στοιχείο που οδηγούσε τις γυναίκες στην πυρά με την κατηγορία της μαγείας, μέχρι το 1558 όταν στο θρόνο της Αγγλίας ανέβηκε η κοκκινομάλλα Ελισάβετ ….
1600-1800. Παρά το γεγονός ότι η μόδα της εποχής θέλει περίτεχνες πουδραρισμένες περούκες να ισορροπούν στα κεφάλια των ευγενών, η βαφή των μαλλιών δεν παύει να απασχολεί γυναίκες και άνδρες. Στο «Delightes for Ladies», ένα βιβλίο με συμβουλές ομορφιάς, μόδας και διακόσμησης που εκδόθηκε το 1609 στο Λονδίνο , αναφέρεται ότι αν θέλουν να κάνουν τα μαλλιά τους μαύρα ή καστανά μπορούν να χρησιμοποιήσουν «Oyle of Vitrioll». Στο κείμενο υπάρχει και μια υποσημείωση: αποφύγετε την επαφή με το δέρμα. Ευτυχώς, γιατί η «βαφή» που προτείνουν δεν είναι άλλο από το έλαιο βιτριολιού , η πιο συμπυκνωμένη μορφή του θειικού οξέος! Σχεδόν 2 αιώνες αργότερα, το 1787, το Λονδρέζικο περιοδικό Fashionable Magazine για κυρίες και κυρίους , συμβουλεύει: « Υπάρχουν πολλά απλά τρικ για να αλλάξετε το κόκκινο ή οποιοδήποτε άλλο αρρωστιάρικο χρώμα των μαλλιών σας σε ένα πιο ευχάριστο στην όψη, ας πούμε καστανό ή μαύρο. Βράστε μέσα σε κρασί, ξύδι ή βρόχινο νερό ρίζες κάππαρης, φλούδες από τον κορμό της καρυδιάς, ξύλο από ιτιά, συκιά ή ροδιά , βατόμουρα ή μελιτζάνα, προσθέστε και λίγη μαντζουράνα ή φασκόμηλο και τρίψτε με το μείγμα τα μαλλιά πριν κοιμηθείτε. Αν την επομένη ξεπλυθείτε με φρέσκο νερό και για μια εβδομάδα χτενίζετε τα μαλλιά σας στον ήλιο με μια χτένα βουτηγμένη σε λάδι από κρεμόριο, σε μια εβδομάδα θα έχουν αποκτήσει λαμπερό μαύρο χρώμα »!
1857. Χρονιά ορόσημο για τις βαφές μαλλιών. Όλα ξεκινούν από μια τυχαία ανακάλυψη. Ένας παθιασμένος χημικός από την Αγγλία , ο μόλις δεκαοκτάχρονος William Henry Perkins πειραματίζεται θέλοντας να βρει ένα οικονομικότερο φάρμακο για τη μαλάρια. Μια μέρα, οξειδώνοντας ανιλίνη στο εργαστήριό του, με την ελπίδα ότι θα παρασκευάσει συνθετική κινίνη, το σκουρόχρωμο ίζημα που προκύπτει, του λερώνει τα γυάλινα σκεύη που χρησιμοποιούσε. Στην προσπάθειά του να τα καθαρίσει με αλκοόλη, διαπιστώνει με έκπληξη ότι το διάλυμα είχε πάρει ένα ζωηρό μοβ χρώμα. Παρατηρεί ότι η νέα ένωση –που την ονομάζει μωβεΐνη- μπορεί εύκολα και ανεξίτηλα να βάψει μωβ τα μεταξωτά υφάσματα. Χωρίς να το καταλάβει, έχει μόλις φτιάξει την πρώτη συνθετική βαφή! Λίγο αργότερα, μαζί με τον καθηγητή του στην Οξφόρδη αναπτύσσουν ένα νέο μόριο, παράγωγο της μωβεΐνης, το οποίο έχει την ιδιότητα να αλλάζει τα χρώματα διαφόρων οργανικών ινών . Είναι το PPD (παραφαινυλενδιαμίνη/ paraphenylenediamine), η χρωστική ουσία που ακόμα και σήμερα, αποτελεί τη βάση των περισσότερων βαφών- μόλις τα τελευταία χρόνια έχει μπει στη λίστα των «ύποπτων» συστατικών. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι σε ηλικία 20 ετών ο Perkins δημιούργησε ένα εργοστάσιο παραγωγής μωβεΐνης, εγκαινιάζοντας τη νέα εποχή των συνθετικών χρωμάτων, τα οποία με τη ζωηράδα των αποχρώσεων και τη διάρκειά τους, γρήγορα εκτόπισαν τα φυσικά.
1860. Χρησιμοποιείται για πρώτη φορά οξυζενέ για τον αποχρωματισμό των μαλλιών και οι γυναίκες αποκτούν το ξανθό που ονειρεύονται. Η σωστή δοσολογία όμως δεν έχει ακόμα βρεθεί και το πρωτόγονο ντεκαπάζ καταλήγει συνήθως σε εγκαύματα στο κεφάλι και καμένα μαλλιά…
1907. Ο νεαρός Γάλλος χημικός, Eugène Schueller, ανακαλύπτει μια πρωτοποριακή φόρμουλα που αλλάζει το φυσικό χρώμα στα μαλλιά, χωρίς να τα καταστρέφει. Λανσάρει στο εμπόριο την Aureole, την πρώτη χημική βαφή μαλλιών και ιδρύει τη «Γαλλική Εταιρεία Ακίνδυνων Βαφών για τα Μαλλιά», που δεν είναι άλλη από τη L‘Oréal ! Ο εικοστός αιώνας των ανακαλύψεων, των καινοτομιών αλλά και των υπερβολών της βιομηχανίας καλλυντικών -πάντα στο όνομα της ομορφιάς- έχει μόλις ξεκινήσει, με μια «ακίνδυνη» βαφή μαλλιών….
|